.
Το σπήλαιο του Λωτ, είναι η τοποθεσία όπου ο ανιψιός του Αβραάμ, Λωτ, θεωρείται ότι κατέφυγε μετά την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων, και βρίσκεται στο βουνό που κοιτάζει στην πόλη «Γόρ Εσ-Σάφι» από τα βορειοανατολικά. Αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι αυτό το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού μεταξύ του πέμπτου και έβδομου αιώνα π.Χ. και οι πρώτοι Χριστιανοί ανήγειραν μια εκκλησία στο σπήλαιο, η οποία χρησιμοποιούσε σαν εκκλησία ένα μοναστήρι ταυτόχρονα, και ότι η κατασκευή της έγινε το 606 μ.Χ.
Ο Λωτ είναι γιος του Αρράν, αδελφού του Προφήτη Αβραάμ, και συνόδευσε τον θείο του στο ταξίδι του στη Μεσοποταμία, τη Χαναάν και την Αίγυπτο, και αναφέρεται στο βιβλίο της Γένεσης (11:31, 12:5, 13:1). Συγκέντρωσε πολλά ζώα όπως ο θείος του, αλλά λόγω της σύγκρουσης μεταξύ των βοσκών του Λωτ και των βοσκών του θείου του, ο Αβραάμ του ζήτησε να χωριστούνε και να πάει σε άλλη γη, έτσι ζούσε στη γη των Σοδόμων χωρίς να γνωρίζει τη φύση του λαού της. Όταν ο Χοδολλογομόρ εισέβαλε στα Σόδομα και τα Γόμορρα, ο Λωτ έπεσε αιχμάλωτος σε αυτόν, αλλά ο θείος του Αβραάμ τον έσωσε από την αιχμαλωσία.
Μετά την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων, ο Λωτ πήγε στην Σηγώρ, την πόλη που αναφέρεται στο προσκύνημα της Εγερίας στην Ιορδανία, όπου αναφέρθηκε ως η μόνη πόλη που είχε απομείνει από τις πέντε καμένες πόλεις. Ο Λωτ και οι δύο κόρες του κρύφτηκαν σε μια σπηλιά στην πλαγιά ενός λόφου μετά την καταστροφή των πόλεων Σόδομα και Γόμορρα, που βρίσκονται κοντά στη Νεκρά Θάλασσα. Η πόλη Σηγώρ βρίσκεται νότια ή νοτιοανατολικά της Νεκράς Θάλασσας, όπως αναφέρεται από Άραβες περιηγητές και ξένους εξερευνητές καθώς και από τους ιστορικούς Ιώσηπο και Ευσέβιο, καθώς και βιβλικά κείμενα.
Όσο για το σπήλαιο όπου κρύβονταν ο Λωτ και οι κόρες του, βρέθηκε κοντά του μια εκκλησία βασιλικής αρχιτεκτονικής, περιτριγυρισμένη από ένα κτίριο που πιθανότατα να ήταν τόπος διαμονής για χριστιανούς προσκυνητές. Ο λόγιος Πολέτος Κωνστάντιος επισημαίνει ότι η Εκκλησία ήταν αφιερωμένη στον Προφήτη Λωτ. Από το ψηφιδωτό χάρτη της εκκλησίας της Μάνταμπα φαίνεται ξεκάθαρα η παραδοσιακή τοποθεσία του σπηλαίου του Λωτ στην κορυφή των λόφων της Σηγώρ.
Το Βιβλίο της Γένεσης αναφέρει: «δες, παρακαλώ, η πόλη αυτή είναι κοντά, ώστε να καταφύγω εκεί, και είναι μικρή· εκεί, παρακαλώ, να διασωθώ· δεν είναι μικρή; Kαι θα ζήσει η ψυχή μου. Kαι ο Κύριος είπε σ’ αυτόν: Πρόσεξε, σε εισάκουσα και σε τούτο το πράγμα, να μη καταστρέψω την πόλη, για την οποία μίλησες· βιάσου να διασωθείς εκεί· επειδή, δεν θα μπορέσω να κάνω τίποτε, μέχρις ότου φτάσεις εκεί· γι’ αυτό, αποκάλεσε το όνομα της πόλης, Σηγώρ. O ήλιος ανέτειλε επάνω στη γη, όταν ο Λωτ μπήκε στη Σηγώρ. Kαι έβρεξε ο Κύριος επάνω στα Σόδομα και τα Γόμορρα θειάφι και φωτιά από τον Κύριο του ουρανού· και κατέστρεψε αυτές τις πόλεις, και όλα τα περίχωρα, και όλους τούς κατοίκους των πόλεων, και τα φυτά τής γης. Αλλά, η γυναίκα του, πίσω απ’ αυτόν, καθώς κοίταξε ολόγυρα, έγινε στήλη από αλάτι. Kαι ο Αβραάμ, μόλις σηκώθηκε ενωρίς το πρωί, ήρθε στον τόπο όπου είχε σταθεί μπροστά στον Κύριο· και κοιτάζοντας επάνω στα Σόδομα και τα Γόμορρα, και επάνω σε ολόκληρη τη γη τής περιχώρου, είδε, και νάσου, καπνός ανέβαινε από τη γη, σαν καπνός από καμίνι. Έτσι, λοιπόν, όταν ο Θεός κατέστρεψε τις πόλεις τής περιχώρου, θυμήθηκε ο Θεός τον Αβραάμ, και εξαπέστειλε τον Λωτ από μέσα από την καταστροφή, όταν κατέστρεφε τις πόλεις, στις οποίες κατοικούσε ο Λωτ.. Και ο Λωτ ανέβηκε από την Σηγώρ και κατοίκησε στο βουνό, και μαζί του οι δύο θυγατέρες του, επειδή φοβήθηκε να κατοικήσει στη Σηγώρ· και κατοίκησε σε σπήλαιο, αυτός και οι δύο θυγατέρες του» (19:20-30).